top of page
Στιγμιότυπο 2018-09-09, 06.38.49.png

Άννα Βασιάδη

BA in English Language and Literature

MSc in Creative Writing

Αναζητείται έμπνευση

 

   Πολλά έχουν ειπωθεί για την κατάθλιψη και για το μεγάλο ποσοστό των ανθρώπων που πάσχουν σήμερα –σύμφωνα με στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) περίπου 300 εκατομμύρια άνθρωποι υποφέρουν- κι ενώ οι δυσοίωνες προβλέψεις θέλουν την ψυχική αυτή νόσο να είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα υγείας στον αναπτυσσόμενο κόσμο, οι αναλύσεις περιορίζονται στα αίτια και στην αντιμετώπισή της (ως επί το πλείστον ιατροφαρμακευτικά). Κανείς πλέον, μπορεί να ενημερωθεί από επίσημους φορείς για τα συμπτώματα της ψυχικής διαταραχής, καθώς επίσης, οφείλω να ομολογήσω, έχει γίνει τιτάνια προσπάθεια ώστε να μην θεωρείται ταμπού και να μπορεί να λάβει ο πάσχων βοήθεια και υποστήριξη.

   Ωστόσο, αισθάνομαι ότι, αν και έχουν αναζητηθεί οι αιτίες που προκαλείται αυτό το αίσθημα συμπίεσης και θλίψης στον σύγχρονο άνθρωπο, δεν έχει αλλάξει ουσιαστικά τίποτα. Έχω την εντύπωση πως δεν μπορείς να αλλάξεις καμία κατάσταση εάν δεν αλλάξεις τις συνθήκες που την δημιούργησαν. Περιττεύει να γίνει αναφορά -για ακόμα μια φορά- στο τι προκαλεί την κατάθλιψη, αλλά θα εστιάσω στην εξάπλωση της «μικροβιακής» της ιδιότητας.

   Ανάμεσα στις ηλικιακές ομάδες που νοσούν, ένα μεγάλο ποσοστό πλήττει τους εφήβους. Κι αν αφήσουμε στην άκρη την ορμονική προδιάθεση που ούτως ή άλλως τους επηρεάζει, φαίνεται ότι η κατάθλιψη στις νεανικές ψυχές ήρθε για να μείνει. Οι νέοι σήμερα, δηλώνουν ευθαρσώς ότι δεν νιώθουν ευτυχία και πληρότητα. Οι υλικές απολαύσεις  δεν ήταν ποτέ περισσότερες αλλά οι ψυχικές τους ανάγκες παραμένουν ολοένα και πιο ανικανοποίητες. Η ανηδονία που συνεπάγεται της απογοήτευσης συνθέτει μια ζοφερή συναισθηματική πραγματικότητα για τη νεανική ψυχή. Επιγραμματικά, αξίζει να αναφερθούν: η έλλειψη κινήτρων, η σαρωτική επιρροή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, η παγκόσμια «σαρδελοποίηση» κ.α.

   Στο σημείο αυτό, θέλω να αναφερθώ στη σχέση των νέων με τη λογοτεχνία. Αν και οι στατιστικές μελέτες ως προς τον αριθμό των νέων που διαβάζουν λογοτεχνία είναι απογοητευτικές, έχει πολύ ενδιαφέρον να δούμε τι επιλέγουν εκείνοι που τελικά διαβάζουν. Τις περασμένες δεκαετίες είχαμε μια αναβίωση ιστοριών βασισμένων στον μυστικισμό, στις ιστορίες τρόμου, στους μάγους-μάγισσες και στα βαμπίρ. Στις μέρες μας, το ενδιαφέρον έχει στραφεί σε μια πιο νοσηρή θεματολογία όπως αυτή της ανίατης ασθένειας, των αυτοκτονικών τάσεων και του θανάτου. Η λογοτεχνία αυτή ακούει στο όνομα sick-lit και χαρακτηρίζει όλα τα νέα βιβλία που έχουν ως βασικούς ήρωες νέους που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα ή νοσούν από δυσβάσταχτες ασθένειες, όπως ο καρκίνος και το πως τον αντιμετωπίζουν. Η λίστα τέτοιων βιβλίων στο τμήμα ξενόγλωσσης εφηβικής λογοτεχνίας είναι μεγάλη αλλά και μεταφρασμένα στα ελληνικά κυκλοφορούν αρκετά όπως «Το λάθος αστέρι» του John Green, «Δεκατρία γιατί» της Jay Asher, «Όλα τα φωτεινά μέρη» της Jennifer Niven κ.α.

   Η σχέση αναγνώστη-αναγνώσματος είναι αμφίδρομη. Ο Όσκαρ Ουάιλντ είχε πει κάποτε εύστοχα, ότι δεν επιλέγεις εσύ όσα διαβάζεις αλλά εκείνα εσένα. Οι σύγχρονες τάσεις αντικατοπτρίζουν την πραγματικότητα ενώ η τελευταία σχηματοποιείται από τις τρέχουσες τάσεις. Μια σχέση εφάμιλλη, δηλαδή, με την κότα και το αυγό της. Με λίγα λόγια, είναι απολύτως φυσιολογικό για τους νέους αναγνώστες να έλκονται από ιστορίες που τους αγγίζουν συναισθηματικά αφού έχουν συμφιλιωθεί με ανάλογες καταστάσεις στην καθημερινότητά τους. Το ερώτημα που προκύπτει είναι αν θα έπρεπε η λογοτεχνία να συνεισφέρει σε αυτή την σχέση με ρεαλιστικές και νατουραλιστικές περιγραφές ή αν θα ήταν προτιμότερο να «πλάσει» έναν πιο ιδεατό κόσμο. Ο σκοπός της λογοτεχνίας δεν αναλύεται μέσα σε λίγες γραμμές και ούτε μπορεί να απλουστευτεί, όμως αξίζει ο προβληματισμός. Αναρωτιέμαι αν η φωτογραφική απεικόνιση μιας δύσκολης καθημερινότητας θα βοηθήσει να αντιμετωπιστούν σε πραγματικούς χρόνους ανάλογες καταστάσεις ή θα χειροτερέψουν το γενικό αίσθημα; Χωρίς διάθεση να εντρυφήσω στα λογοτεχνικά ρεύματα ( όπως λ.χ. ο Ρεαλισμός του 19ου αιώνα που είχε ανάλογες λογοτεχνικές πρακτικές) η ιστορία φαίνεται να επαναλαμβάνεται ως προς το ανθρώπινο δράμα. Ο ανθρώπινος πόνος ασκεί γοητεία και αφορά στον αναγνώστη επειδή ταυτίζεται. Εντούτοις, έχω την εντύπωση ότι η ευθύνη απέναντι στο νεανικό κοινό είναι μεγάλη. Οι νεαροί αναγνώστες χρειάζονται έμπνευση και έξυπνη καθοδήγηση προκειμένου να βρουν τον τρόπο να σταματήσουν ό,τι τους κρατά πίσω. Η κατάθλιψη είναι καθηλωτική και δεν θα έπρεπε να ταιριάζει στον ψυχισμό των νέων. Ελπιδοφόρο είναι μολαταύτα ό,τι σχεδόν απ’ όλες τις ιστορίες δεν λείπει η αγάπη και η συντροφικότητα. Ενάντια σε όλα τα δεινά που είθε ο άνθρωπος να αντιμετωπίζει, η λογοτεχνία, πάντως, δύναται να ομορφύνει τον κόσμο. 

A.B.

bottom of page