
ἐν βιβλίῳ


Κωνσταντίνος Μούσσας
Medical Doctor
PhD Internal Medical anti-aging
Author
Αναμνήσεις από τη Χώρα των Ηττημένων
Ελευθερία ή φόβος
(Μάρτιος)
Οι «αναμνήσεις» για τρίτο χρόνο και φέτος από το envivlio, καταγράφουν άλλοτε με σκωπτική κι άλλοτε με καυστική διάθεση γεγονότα και καταστάσεις που σημειώθηκαν κάθε μήνα. Ίσως καμιά φορά και ανάλογα με την επικαιρότητα η διάθεση αυτή, γίνεται γλυκόπικρη, ή και κωμικοτραγική όπως άλλωστε και ο κύκλος της ζωής.
Είναι η πρώτη και ίσως η τελευταία φορά, που αποφάσισα να ξεφύγω από τα καθιερωμένα και να απευθυνθώ σε πρώτο πρόσωπο σε όσους παρακολουθούν αυτή τη σειρά άρθρων ή χρονογραφημάτων. Τον λόγο θα τον ανακαλύψετε διαβάζοντας το κείμενο. Είμαι βέβαιος πως όπως και να έχει, με κάθε τρόπο και μέσο θα δημοσιεύονται τα κείμενα αυτά, θα διαβάζονται και θα συνεχίσουν να καταγράφουν τις δικές μας αναμνήσεις σε αυτή τη νέα εποχή που μας έμελλε να ζήσουμε, στη χώρα των Ηττημένων με έναν και μοναδικό σκοπό: να θυμηθούμε το κυριότερο χαρακτηριστικό της ανθρώπινης φύσης που είναι να αγωνίζεται με κάθε τρόπο, μέχρις εσχάτων για την ιδέα, την ελεύθερη βούληση και την αδέσμευτη σκέψη.
Κ.Μ.
«Πάντοτε με γοήτευαν τα νησιά, ίσως όλους μάς γοητεύουν. Οι πρώτες καλοκαιρινές διακοπές που θυμάμαι –μόλις είχα κλείσει τα τρία μου χρόνια– ήταν μια εξόρμηση στη Νήσο Ουάιτ. Οι αναμνήσεις μου είναι όλες αποσπασματικές: Οι απόκρημνες ακτές και οι πολλές αποχρώσεις της άμμου, το θαύμα της θάλασσας που αντίκριζα για πρώτη φορά – η ηρεμία της, ο απαλός κυματισμός της και η θαλπωρή της με μάγεψαν, όταν όμως σηκώθηκε αέρας, με τρόμαξε η τραχύτητά της. Στο μυαλό μου τα νησιά ήταν τόποι ξεχωριστοί, μακρινοί και μυστηριώδεις· μου ασκούσαν γοητεία ακαταμάχητη αλλά μου ενέπνεαν και μεγάλο φόβο. Θυμάμαι, σε μια παιδική εγκυκλοπαίδεια, τη φωτογραφία των πελώριων τυφλών αγαλμάτων της Νήσου του Πάσχα στραμμένων προς την ανοιχτή θάλασσα: Πόσο είχα τρομοκρατηθεί όταν διάβασα ότι οι κάτοικοι έπαψαν από κάποια στιγμή και πέρα να μπορούν να φύγουν από το νησί, ότι ήταν παντελώς αποκομμένοι από την υπόλοιπη ανθρωπότητα, καταδικασμένοι να πεθάνουν σε απόλυτη απομόνωση». (To νησί των τυφλών στα χρώματα - Όλιβερ Σακς)
Ποια ορατή ή αόρατη δύναμη, ποια ακατανίκητη -διότι κατανοητή- αιτία επιβάλει την αποστασιοποίηση από τον συλλογικό λόγο, τη συνειδητή κρίση, την ιδεατή άποψη, όχι ως απολιθωμένη in vitro αντίδραση, αλλά ως δημιουργική κίνηση και ανατρεπτική εντροπία, έναντι της ελώδους ακινησίας και της πνιγηρής επανάληψης ενός συνόλου όμοιων στιγμών που συμβατικά αποκαλούμε χρόνο; Κατανοούμε το υπαρκτικό γεγονός, το αποδεχόμαστε μόνον ως έννοια αφού πριν έχουμε βιώσει, μια πρώτη -ίσως αυτονόητη απώλεια-, κατόπιν μια έλλειψη, μετά μια εσωτερική πνευματική ή σωματική ανάγκη, ύστερα βιώνοντας την εύθραυστη ισορροπία βούλησης και νόμου, «θέλω» και «πρέπει» σε ένα περιθώριο που όλο και μικραίνει. Ταυτόχρονα κι όσο ο χρόνος εξελίσσεται, καταγράφοντας στιγμές, υποτίθεται μοιάζει ευρύτερος και σαν φενάκη βολικός. Η στιγμή της βίαιης άφιξης μας στον κόσμο, απότομα και απροσδόκητα, αποκομμένοι για πάντα από το σιωπηλό θάλπος της μήτρας, χωρίς πλέον τον ρυθμικό ήχο μιας άλλης καρδιάς πέρα από τη δική μας, αποτελεί τη πρώτη βιωματική μας εν-τύπωση, την πρώτη ανάμνηση που γεννά σχεδόν αυτόματα το αρχέγονο ασυνείδητο, γι’ αυτό και ασυναίσθητο, το πρώτο ψυχικό γεγονός : τον φόβο. Γεννιόμαστε έχοντας λοιπόν στο «συναισθηματικό μας γονιδίωμα» αυτή την αόριστη πληροφορία, που στη συνέχεια της ζωής μας απλώς θα επιβεβαιωθεί και θα καλλιεργηθεί από την εμπειρική βίωση της κοινωνική πραγματικότητας, σε όλες της μορφές και τα στάδιά της. Και δεν είναι απίθανο η παρουσία μας σε αυτή τη διάσταση του χώρου, ανεξάρτητα από που ερχόμαστε, να συνοδεύεται ακριβώς από αυτό το σκοτεινό ίχνος στη συναισθηματική μας πραγματικότητα: τον φόβο.
Είναι η μόνο δυνατή και ικανή συνθήκη, απαραίτητη για την επιβολή και επιβεβλημένη για την τάξη. Όμως ο φόβος είναι η αμαρτία, και όχι το ανάποδο. Η ύβρις είναι μια εντελώς διαφορετική έννοια από την αμαρτία, που προϋποθέτει, άκριτη υπακοή σε έναν επιβεβλημένο κανόνα. Η ύβρις προϋποθέτει επιλογή, γι΄αυτό και εμπεριέχει έναν μετρήσιμο βαθμό ελευθερίας, ενώ η αμαρτία οριοθετεί την απαγόρευση και ορίζεται από την απειλή. Η ιστορία του ανθρώπινου είδους διαμορφώθηκε, εξελίχθηκε και κατέληξε να είναι αποτέλεσμα ενός συλλογικού φοβικού παρόντος, μιας μαζικής σιωπηλής υστερίας για την κάθε απειλή, τον κίνδυνο πάσης φύσης, την υποτιθέμενη υπονόμευση -πάντα από τους άλλους- του μέλλοντός μας, που όμως εμείς οι ίδιοι έχουμε πρώτα καταργήσει. Καταναλώνουμε καθημερινά προϊόντα που έχουν παραχθεί με την τεχνική του φόβου, επιμολύνοντας το «καθαρό πνεύμα», ελαττώνοντας τη διαύγεια, την οξύνοια και την αμφισβήτηση χαρακτηριστικά που είναι απαραίτητα, ή πιο σωστά καθοριστικά της ανθρώπινης φύσης.
«Ο 17ος αιώνας υπήρξε ο αιώνας των μαθηματικών, ο 18ος υπήρξε εκείνος των φυσικών επιστημών και ο 19ος εκείνος της βιολογίας. Ο δικός μας, ο 20ος αιώνας, είναι ο αιώνας του φόβου. Θα μπορούσε να μου αντιτείνει κανείς ότι ο φόβος δεν είναι επιστήμη. Ωστόσο, (…) μολονότι δεν μπορεί να θεωρηθεί μια καθαυτό επιστήμη, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είναι σε κάθε περίπτωση μια τεχνική». (Αλμπέρ Καμύ)
Και αν ο 20ος αιώνας καταγράφει την τεχνική γέννησης και επιβολής του συλλογικού φόβου, εκείνου δηλαδή που απευθύνεται στη μάζα και προορίζεται για τον έλεγχό της, ο 21ος καταγράφεται ως εκείνος του ατομικού φόβου. (Και ας μην αυταπατώνται οι δυνάστες και οι τεχνουργοί του, οι μηχανορράφοι και οι δολοπλόκοι της ιστορίας: πάντα υπάρχει και θα υπάρχει η δίκαιη και ανεπηρέαστη καταγραφή). Στην πρώτη περίπτωση του συλλογικού φόβου, τα μέσα επιβολής έχουν διαφορετική φύση από εκείνη του επιθυμητού σκοπού. Αν και αφορούν το σύνολο δρουν κατά περίπτωση, σε περιορισμένη κλίμακα και εξατομικευμένα. Οι μονάδες δεν είναι ο τελικός στόχος, αλλά τα οργανωμένα σύνολα που τυχόν ανήκουν: κόμματα, οργανώσεις, ομάδες κλπ Στη δεύτερη περίπτωση, της επιβολής του ατομικού φόβου, τα μέσα δημιουργίας και ελέγχου αν και αφορούν το άτομο, εφαρμόζονται σε όλο και πιο ευρεία κλίμακα, πολλαπλασιάζοντας εκθετικά την επίδρασή τους στον ατομικό ψυχισμό. Δεν είναι βίαια, κατασταλτικά και χυδαία απροκάλυπτα, όπως εκείνα του συλλογικού φόβου, είναι σιωπηλά και υπονοούμενα, αναγκαστικά και αναπόφευκτα, σωτήρια και αυτονόητα. Τώρα η κάθε κόλαση δεν αρκεί. Ούτε η κρίση και η τιμωρία. Δεν αρκεί το φόβητρο, το δόγμα, η στρατευμένη ιδεολογία, η οικονομική ισχύς που εξασφαλίζει στρατιωτική υπεροχή, ο κώδικας αξιών και κανόνων που καθορίζει δομικά τις κοινωνίες. Τώρα θα πρέπει το φθοροποιό συναίσθημα του φόβου να μην επιβάλλεται αλλά να γεννιέται από το άτομο. Να μεγαλώνει και να αναπτύσσεται παρασιτικά, αντικαθιστώντας σταδιακά και μεθοδικά το ενεργό, αυτόνομο και κριτικό εγώ από μια παθητική, εξαρτώμενη και άκριτη υποδιαίρεση της ανθρώπινης φύσης. Όσο λιγότερα ολοκληρωμένο είναι το άτομο, τόσο πιο ασφαλή καθίσταται, υποτίθεται χωρίς να διατρέχει τον φόβο από τον οποίον όμως τρέφεται αυτό το ίδιο και οι δημιουργοί. Ζούμε σήμερα φωτογραφίζοντας τα γελαστά είδωλα των καταθλιπτικών ηττημένων υπάρξεων, γεμίζοντας ένα άλμπουμ οδυνηρών αναμνήσεων, που κάποτε αποκαλούσαμε ζωή.
Κι «ο φόβος είναι ο σκοτεινός θάλαμος όπου εμφανίζονται τα αρνητικά» για αυτές τις εφιαλτικές απεικονίσεις του παρόντος κι ακόμα χειρότερα, για τις προφητικές αντανακλάσεις του μέλλοντος. (Μαικλ Πριτσαρντ/ Listen to What Your Kids Aren't Telling You Paperback – February 1, 2005/ Ακούστε τι έχουν να σας πουν τα παιδιά σας)
Ο κόσμος όπως τον ξέραμε τελείωσε στις αρχές αυτού του Μαρτίου. Είναι προ των πυλών, ένας άλλος κόσμος, μια διαφορετική πραγματικότητα. Η ιστορική συνείδηση είναι πλέον πιο ξεκάθαρη και αποκαλυπτική, αν θεωρηθεί μεταιχμιακή και όχι τελολογική. Δεν υφίσταται καθοριστικό τέλος στην ύπαρξη, όπως δεν υπήρξε και μοναδική αρχή, αλλά μια άλογη ασυνέχεια, κι όμως ταυτόχρονα αδιάκοπη και κυκλική απλώς μεταβαλλόμενη, σαν μια δέσμη φωτός. Και η αλλαγή αυτή δεν πρέπει να μας ξαφνιάζει. Δεν αποτελεί απότομη διακοπή στις ορισμένες ιστορικές συνέχειες. Το αντίθετο, εξασφαλίζει την ατέρμονη επανάληψη των γεγονότων, που καθορίζουν την εξέλιξη. Μένει μόνο να αποφασίσουμε ποια θέση θα πάρουμε, σ’ αυτόν τον αγώνα αντοχής και επικράτησης.
Σε αυτή τη μαραθώνια διαδρομή, τη μάχη δίχως ορατούς εχθρούς, ανήμπορους φίλους, κατατρεγμένους αθώους, ανέστιους των αιώνων και πένητες της ιστορίας, έχουμε μόνο μια ευκαιρία επιλογής πριν την ολοκληρωτική υποταγή που ξεκινάει, όχι αυτή τη φορά από την από τη συλλογική αλλά την ατομική υπακοή ως αποτέλεσμα ενός «προσωπικού φόβου», ανεπτυγμένου συμβιωτικά άρα και εξατομικευμένα στον καθένα χωριστά. Μια μοναδική ευκαιρία. Μετά οι αντιστάσεις κάμπτονται, τα αντανακλαστικά ατονούν, το σθένος και το φρόνημα υποχωρούν. Κι ύστερα μένει μόνο ένα συναισθηματικό κενό, ένα υπαρξιακό χάσμα που μοιραία θα κορεστεί από περισσότερο φόβο, συναισθηματικό έρεβος και οδύνη σε έναν σισύφειο βασανιστικό παρόν, μια αγελαία μηδαμινή πραγματικότητα, λιγότερο οργανωμένη ιεραρχικά από τις πρωτόγονες φυλές των ανθρωπίδων, και πάντως έτη φωτός μακριά από την ιδεατή κυψέλη της ανθρώπινης κορυφαίας διανόησης των κλασικών χρόνων. Μόνο στον συρφετό αυτό, άβουλου όχλου, χωρίς μνήμη και κρίση επικρατεί και επιβάλλεται ως αυτονόητο ίσως και απαραίτητο γεγονός η Αρχή. Η ατομική γνώση δεν θα αρκεί ώστε να αντισταθμίσει τη σαρωτική συλλογική άγνοια. Σε ένα τέτοιο κοινωνικό μοντέλο συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Ο όγκος της πληροφορίας είναι τέτοιος που αυτοακυρώνεται, είναι μη διαχειρίσιμος και προπάντων χωρίς να οδηγεί σε κάποιο συμπέρασμα αλλά και πρακτική εφαρμογή.
Ο φόβος ακυρώνει τη μνήμη, και η γνώση χωρίς θάρρος δεν ωφελεί σε τίποτα. (Θουκυδίδης Άγγελος Βλάχος. Παρατηρήσεις στον Θουκυδίδη: Ξυγγραφής Α΄-Θ΄, Βιβλιοπωλείο της Εστίας)
Ας αναρωτηθούμε λοιπόν αν σε αυτό το παγκόσμιο νησί, αυτόν τον μικρό πλανήτη του κόσμου, αν θα καταλήξουμε όπως εκείνοι οι τελευταίοι κάτοικοι των νησιών του Πάσχα, που τόσο γλαφυρά περιγράφει ο Όλιβερ Σακς (To νησί των τυφλών στα χρώματα - Όλιβερ Σακς). Καταδικασμένοι στη μοναξιά, της ύποπτα οριοθετημένης και στην ουσία υπονομευτικής ελευθερίας μας. Η ευκαιρία επιλογής θα μας δοθεί, επαναλαμβάνω, μόνο μια φορά. Θα είναι εκείνη η μοναδική και κρίσιμη στιγμή που θα πάψουμε να ορθώνουμε τυφλά αγάλματα στραμμένα μάταια στο πέλαγος των απωλειών μας, αλλά αδριάντες μαχητών που κάποτε πάλεψαν ή προορίζονται να παλέψουν ως το τέλος, όχι για την αβέβαιη νίκη αλλά για τη δόξα του αγώνα. Δεν υπάρχει ουσιαστικό δίλημμα, ούτε και εναλλακτική οδός για εκείνους που ακόμα στέκονται όρθιοι πάνω από την τύρφη των καταιγιστικών γεγονότων, την απειλή του αφανισμού ακόμα και προ του σκοτεινού φάσματος του θανάτου, που πλανάται θλιβερό, ανάμεσα σε σκιές αναμνήσεων στην ερειπωμένη πια Χώρα των Ηττημένων. Το ερώτημα παραμένει ρητορικό: Ελευθερία ή φόβος.
“Σας συγκέντρωσα εδώ για τελευταία φορά, στην πλατεία της πόλης μας, για να σας ενημερώσω: Δεχθήκαμε επίθεση από ένα λοιμό αγνώστων αιτιών. Οι γειτονικές πόλεις και χώρες μας έχουν κλείσει τα σύνορά τους. Ο Στρατός έχει κυκλώσει την πόλη μας. Κάθε είσοδος και έξοδος απαγορεύεται. Μέχρι χτες ήμασταν ελεύθεροι, όμως από σήμερα είμαστε σε καραντίνα. Συμπολίτες κι επισκέπτες της πόλης μας, μην επιχειρήσετε να δραπετεύσετε, γιατί θ’ αντιμετωπίσετε τα πυρά των στρατιωτών που καραδοκούν σε κάθε έξοδο της πόλεως. Χρειάζεται να οπλιστούμε με όλο το θάρρος που διαθέτουμε. Επίσης χρειάζονται γερά χέρια ν’ ανοίγουν τάφους. Τα οικόπεδα, οι ακάλυπτοι χώροι, οι αυλές, τα γήπεδα, όλα επιτάσσονται, γιατί τα νεκροταφεία γέμισαν. Επίσης ζητώ εθελοντές να επιτηρούν τα μολυσμένα σπίτια, μήπως κάποιος μπει ή βγει. Θα αναφέρονται στις αρχές, προκειμένου να απομονωθούν οι πιθανοί φορείς. Όποιος μπαίνει σε μολυσμένο σπίτι θα θεωρείται ύποπτος και θ’ απομονώνεται εκεί μέσα. Φυλαχτείτε από τους υπόπτους. ΚΑΤΑΓΓΕΙΛΕΤΕ τους για το καλό του συνόλου! Ζητάμε γιατρούς, νεκροθάφτες, σαβανωτές και κάθε χρήσιμη για την περίσταση ειδικότητα. Κάθε πολίτης οφείλει να προσφέρει στον συνάνθρωπό του: να τον επιτηρήσει ή να του κλείσει τα μάτια. Το σύνθημά μας είναι, «Θάψε τον πλησίον σου, μπορείς!». Αντίδοτο για τον λοιμό δεν έχουμε βρει. Προσπαθούμε να τον περιορίσουμε. Απαγορεύονται οι συνεστιάσεις και όλα τα θεάματα. Τα καταστήματα, τα εστιατόρια και τα καφενεία θα λειτουργούν ελάχιστες ώρες, για να περιοριστεί η εξάπλωση ψευδών ειδήσεων. Αυτή είναι η τελευταία δημόσια συγκέντρωση. Ομάδες πάνω από τρία άτομα θα διαλύονται. Επίσης, απαγορεύεται να περιφέρεστε άσκοπα. Όλοι οι πολίτες επιβάλλεται να κυκλοφορείτε ανά δύο, για να επιτηρείτε ο ένας τον άλλο. Τώρα γυρίστε στα σπίτια σας και μείνετε εκεί. Θα βγείτε μόνο σε περίπτωση μεγάλης ανάγκης. Ειδικά συνεργεία θα στιγματίζουν την πόρτα κάθε μολυσμένου σπιτιού: θα κάνουν έναν μεγάλο κόκκινο σταυρό με μπογιά στην πόρτα και θα γράφουν, «Ελέησόν με, Κύριε!»". (Το παιχνίδι της σφαγής - Ευγένιος Ιονέσκο, 1970)
Κωνσταντίνος Μούσσας
Ο Κωνσταντίνος Μούσσας γεννήθηκε στον Πειραιά. Σπούδασε ιατρική και έχει εκδώσει ποιητικές συλλογές και μεταφράσεις. Ποιήματα, άρθρα και δοκίμιά του έχουν δημοσιευθεί σε περιοδικά λογοτεχνίας και εφημερίδες. Είναι μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών, της Φιλολογικής Στέγης Πειραιά, της Εταιρείας Ελλήνων Εικαστικών, της Royal Society of Literature, (London UK), του Icon Italia/Ministero dell’ Istruzione dell’ Universita e della Ricerca, της Societe europeenne des auteurs (Paris-France) και της Societa Dante Alighieri (Roma-Italia). Πρόσφατα έγινε τακτικό μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Ιατρών Λογοτεχνών. Δημοσιευμένα έργα του είναι: "Τα που θυμάμαι ξιστορώ" (2001), "Σημεία στίξης" (2015), "Ιωλκός" (2016), "Αγνώστου πατρός" (2016) - Βραβείο από τον Όμιλο για την UNESCO, Τεχνών, Λόγου και Επιστημών Ελλάδος, "Ορίζοντες" (2016), "3η Ομαδική ποιητική συλλογή" (2017). Αδημοσίευτα έργα με διακρίσεις: Κωνσταντίνος Παλαιολόγος - Βραβείο Φιλολογικού Συλλόγου 'Παρνασσός', Ο "Ηλίθιος" του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι - Βραβείο Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών, Κατηγορία Δοκίμιο, Ποίηση - Βραβείο του Υπουργείου Πολιτισμού, Μακεδονική Καλλιτεχνική Εταιρεία, 21ος Διαγωνισμός Ποίησης, Δοξαστικόν (ποίηση) - Βραβείο από τον Όμιλο για την UNESCO, Τεχνών, Λόγου και Επιστημών Ελλάδος. Επίσης έχει μεταφράσει τα παρακάτω έργα: "Ορίζοντες" (Marcello Vitale, "Orizzonti", ποιητική συλλογή), "Τα φώτα του δρόμου" (Mario Luzi, Eugenio Montale, Giuseppe Ungaretti, "Poesie", δίγλωσση ποιητική συλλογή), "Ποιήματα" (Eugenio Montale, Quader no di quattro anni), "Ποιήματα" (Giuseppe Ungaretti), "Ποιήματα" (Pier Paolo Pasolini), Ιταλοί ποιητές Ι-IX.
