
ἐν βιβλίῳ

Έφη Γεωργάκη
Ανώτερη Σχολή Δραματικής Τέχνης "Ράμπα"
BA in European Culture Studies
MSc in Creative Writing
Σε ποιον ανήκει η ποίηση;
Ένα παλαιότερο μάθημα στο μεταπτυχιακό στάθηκε η αφορμή να θέσω στον εαυτό μου, το ερώτημα σε ποιον ανήκει η ποίηση.
Σύμφωνα με την γνώμη της τότε καθηγήτριας η ποίηση ανήκει στον ποιητή, στον θεό (που πολλές φορές ταυτίζεται με τον ποιητή) και στους ιδιαίτερα μυημένους αναγνώστες.
Σύμφωνα με αυτή την άποψη, όταν αναφερόμαστε στην ποίηση αναφερόμαστε στο ανώτερο είδος έκφρασης, το οποίο ο αναγνώστης πρέπει να μελετήσει εις βάθος για να το κατανοήσει και αν είναι τυχερός και διαβασμένος θα το νιώσει κι όλας. Οι άλλοι, θα ζουν στο σκοτάδι μια ζωή, άμουσοι, α-ποίητοι, α-συναίσθητοι, μίζεροι και σίγουρα δεν θα μπουν ποτέ στον πάνθεον των καλών αναγνωστών ή των σπουδαίων ποιητών.
Στην αρχαία Ελλάδα, το κοινό που παρακολουθούσε τις τραγωδίες και τις κωμωδίες ήταν σίγουρα μυημένο. Και ήταν μάλιστα τόσο μυημένο, που έπαιρνε μαζί του στις παραστάσεις φαγητά, και αν άκουγε κάτι που το χάλαγε, τα πέταγε στους ηθοποιούς.
Και ο Σαίξπηρ, τους πρόλογους στα έργα του, τους έγραφε για τους μυημένους που θα έβλεπαν τις παραστάσεις του, αυτούς που ποτέ δεν τα «έπαιρναν στο κρανίο» και δεν κυνηγούσαν ηθοποιούς, συγγραφείς κλπ.
Τα δημοτικά τραγούδια, τελικά δεν είναι για τον λαό. Δεν έχουν άγνωστες λέξεις ξεθαμμένες από παλιά λεξικά, και τραγουδιόνταν και τραγουδιούνται και από όλους. (Αλίμονο να είναι αυτό είναι υψηλή ποίηση!)
Τα τραγούδια που τραγουδιούνται από όλους μας, σίγουρα δεν είναι υψηλή ποίηση. Γιατί, είπαμε, όλοι δεν μπορούν να κατανοήσουν την ποίηση. Ακόμα και αν οι στίχοι είναι του Γκάτσου. Αν πάλι δεν είναι του Γκάτσου, δεν έχει κανείς δικαίωμα να πει πως οι παρακάτω στίχοι είναι ποιητικοί.
«Ο δικός μου ο δρόμος έχει χρόνια διαλέξει
Στην καρδιά γράφει μόνος επικίνδυνη λέξη
Ο δικός μου ο δρόμος δεν κοιτάζει αστέρι
Για αγάπη μου δίνε μια βαλίτσα το χέρι»
Φευ! Είναι δυνατόν; Τι κι αν έχουν αγγίξει τόσο κόσμος τι κι αν τους ακούς κρυφά ή έχουν σκουπίσει ένα δάκρυ και οι κουλτουριάρηδες; Σίγουρα αυτοί δεν είναι ποιητικοί στίχοι.
Αμ, κι εκείνος ο Καγιάμ, που έγραψε τα Ρουμπαγιάτ, που τρία εξ αυτών τραγουδάμε όλοι παρέα στις καλοκαιρινές συναυλίες; Σίγουρα δεν είναι ποιητικά κείμενα, γιατί αγγίζουν τόσον κόσμο!
Όταν θελήσει η μοίρα μου τον κόσμο να αφήσω
Και καθ΄ελπίδα για ζωή απ΄την ζωή μου σβήσω
Μια κούπα από τη στάχτη μου να φτιάξετε συντρόφοι
Σαν θα θα γεμίζει με κρασί μπορεί να ξαναζήσω»
Οι στίχοι αυτοί με κατέλαβαν αμέσως, χωρίς να τους μελετήσω, κατανοώντας τους μεμιάς...άρα δεν είναι υψηλή ποίηση!
Ας αφήσουμε κατά μέρος τα τραγούδια (για λίγο), είμαι άλλωστε σίγουρη, ότι μπορεί κανείς να φτιάξει ατελείωτες λίστες με στιχάκια που τον συντρόφευσαν και τον συντροφεύουν. Υψηλής ή κοντής, λεπτής ή παχουλής ποίησης, ποιητικά ή μη ποιητικά.
Υπάρχουν πολλά ποιήματα που δεν τα κατανοώ αλλά με αγγίζουν. Δεν πιάνω καθόλου το βάθος τους, αλλά με κάνουν να κλαίω. Άλλα που κατά εποχές τα έχω μελετήσει και έχω συγκλονιστεί από το μορφικό τους μεγαλείο (μοιάζουν με περίτεχνα πλεχτά), άλλα που με άφησαν άναυδη με τη σπουδή του ποιητή και κέντρισαν το κέντρο του λόγου μου και άλλα που με άφησαν αδιάφορη και δεν μου άρεσαν καθόλου. Κάποια από τα πρώτα-αυτά που με ενθουσίασαν ήταν από άγνωστους ποιητές, από φίλους που δεν είναι ποιητές, στιχάκια της στιγμής που φτιάχναμε για πλάκα με τα παιδιά μου. Κάποια από τα δεύτερα, το λέω με θάρρος περίσσιο, ήταν ποιήματα γνωστών και μεγάλων ποιητών τα οποία ακόμα και μετά από μελέτη ένιωσα ότι δεν μου έδωσαν τίποτα και εξακολουθούν να μη μου αρέσουν.
Έχω δικαίωμα στην ποίηση. Να τη διαβάζω και να κατανοώ αυτά που μπορώ και αυτά που επιθυμώ και να γράφω ποιήματα δικά μου και ας μην είμαι ποιήτρια.
Έχω δικαίωμα να αφεθώ στην ποίηση, να με ψυχαγωγεί αλλά και να με ευχαριστεί. Να με προβληματίζει και να με αλλάζει. Έχω δικαίωμα να απορρίπτω αυτά που δεν μου αρέσουν (Αλίμονο αν άρεσαν όλα!)
Έχω δικαίωμα να κουβαλώ στιχάκια στις τσάντες του μυαλού μου, να θαυμάζω στιχάκια γραμμένα στους τοίχους, να φτιάχνω στιχάκια, να διαβάζω ποιήματα άλλων που να νομίζω ότι τα έγραψα εγώ, που να σκέφτομαι ότι τα έγραψαν για μένα.
Έχω δικαίωμα παράλληλα να αγαπώ ποιήματα με αυστηρή μορφή, με ελευθερωμένο στίχο, ποιήματα που μοιάζουν ζωγραφιές στο χαρτί, ποιήματα που μοιάζουν να μη βγάζουν κανένα νόημα και ποιήματα ελεύθερα. Ποιήματα γραμμένα στο πόδι, εμπνευσμένα, ποιήματα που προέκυψαν από μελέτη ή από ανάγκη ή από παιχνίδι ή από οτιδήποτε. Ποιήματα που βρίθουν από οικονομία, ποιήματα που είναι φλύαρα, ποιήματα με πολλά επίθετα ή χωρίς καθόλου ή με μόνο τα απαραίτητα.
Έχω δικαίωμα να λέω ότι δεν διαβάζω ποίηση, αλλά να μου αρέσουν οι στίχοι από τραγούδια όπως των Iron Maiden, το Rime Of The Ancient Mariner, κι ας μην ξέρω ότι είναι του Samuel Taylor Coleridge, ή των Celtic Frost το Sorrows Of The Moon και ας μην ξέρω ότι οι στίχοι είναι του Charles Baudelaire. Έχω δικαίωμα να τραγουδώ και να ταυτίζομαι με τον Αλκίνοο:
Έχω ένα κόμπο στο λαιμό και μια θηλιά που όλο στενεύει.
Έλα και κάνε μουσική την τρέλα που με διαφεντεύει…
Κι αν είναι οι νότες και οι λέξεις αφελείς, τραγούδησέ τες να χαρείς…
Μ’ ένα τραγούδι να κάνουμε δική μας τη μικρή ζωή μας…”
Έχω δικαίωμα να μελετώ ένα ποίημα, ώρες, μήνες, χρόνια γιατί με κάποιον τρόπο με αφορά ή έχω ανάγκη να εμβαθύνω.
Έχω δικαίωμα να πω τη μία μέρα ότι ένα συγκεκριμένο ποίημα δεν… και μετά από κάποιον καιρό να πω ότι είναι αριστούργημα. Αντίστοιχα μπορώ με το ίδιο ποίημα τη μία να γελάσω και την άλλη να κλάψω.
Έχω δικαίωμα να διακωμωδώ σοβαρά ποιήματα, διότι για το καταφέρω, τα διαβάζω πολλές φορές, διότι για να το κάνω σημαίνει ότι κάτι σχολιάζω από το μέσα μου ή από την κοινωνία, από τον περίγυρο.
Έχω δικαίωμα να μου ανήκει η ποίηση και ας μην ανήκω σε κανένα πάνθεον. Έχω το δικαίωμα της ανάγνωσης, της μελέτης, του τραγουδιού ποιημάτων και της συγγραφής ποιημάτων και στίχων που άλλα θα γραφτούν στο πίσω μέρος μιας απόδειξης από τον οδοντίατρο, άλλα σε ένα τετράδιο στην τελευταία σελίδα, άλλα σε ένα λεύκωμα, άλλα σε ένα τοίχο και αν έχω την τύχη, άλλα στις καρδιές των ανθρώπων.
Έχω δικαίωμα να θεωρώ ανθρώπους ποιητές και ας μην έχουν γράψει ούτε ένα στίχο.
Έχω δικαίωμα να μην νιώθω μόνο το αίσθημα της ανύψωση μέσω της ποίησης αλλά και της ολίσθησης. Έχω κάθε δικαίωμα να μην είμαι ο Θεός ποιητής και να μην είμαι μυημένος αναγνώστης και να βροντοφωνάζω ότι αγαπώ την ποίηση.
Έχω δικαίωμα να μην γράφω ποιήματα αξιώσεων και να θαυμάζω ποιήματα που δεν είναι σπουδαία.
Έχω δικαίωμα στην ποίηση, αλλά το δικαίωμα συνοδεύεται πάντα από μια υποχρέωση. Η υποχρέωση στην ποίηση είναι μια: Να σέβομαι την ποίηση των άλλων, να σέβομαι το γούστο και την αισθητική των άλλων, να σέβομαι την επιλογή τους να διαβάζουν ή όχι ποίηση.
Δεν υπάρχει πιο άτοπο ερώτημα από αυτό που τέθηκε στην αρχή: «Σε ποιον ανήκει η ποίηση». Η ποίηση δεν είναι οικόπεδο να ανήκει σε κάποιον (φυσικά δεν αναφέρομαι στα πνευματικά δικαιώματα). Αν έθετα το ερώτημα «ποιον αφορά η ποίηση», πιστεύω ότι εξ αρχής θα δημιουργούσα μια ρατσιστική προδιάθεση να αποκλείσει κάποιους να δημιουργήσω μοντέλα και κουτάκια στα οποία κάποιοι θα έμεναν απ΄έξω.
Για εμένα, δεν τίθεται κανένα τέτοιο ερώτημα. Και θα κλείσω αυτόν τον καταιγισμό σκέψεων αναφέροντας πως εγώ ως τώρα δεν έχω γνωρίσει ούτε έναν άνθρωπο να μην αγαπά ένα ποίημα, ή στίχους από ένα τραγούδι, δεν έχω γνωρίσει ούτε έναν που να μην αγαπά την ποίηση.
