
ἐν βιβλίῳ
ΤΑΥΤΟΠΡΟΣΩΠΙΕΣ
ΒΙΡΓΙΝΙΑ ΠΑΠΑΤΡΕΧΑ
Εκδόσεις Συρτάρι
Αν και οι Ταυτοπροσωπίες, η συλλογή διηγημάτων της συγγραφέως Βιργινίας Παπατρέχα, αποτελούν το πρώτο βιβλίο της, εκπλήσσουν ευχάριστα τον αναγνώστη τόσο με την πλοκή τους, όσο και με τη δημιουργία των ηρώων της, των ιδιαίτερων αυτών χαρακτήρων στους οποίους ανακαλύπτει στοιχεία του ίδιου του εαυτού του.
Στις εννέα αυτές ιστορίες, των οποίων η πλοκή δομείται πάνω σε εννέα διαφορετικούς χαρακτήρες και που σε μερικά διηγήματα κινείται έξω από τη σφαίρα του ρεαλιστικού, κυρίαρχο στοιχείο είναι η μνήμη.
Στο πρώτο διήγημα, με τίτλο Ταυτότητα, κυρίαρχο στοιχείο είναι η σωματική μνήμη. Η ψυχολογική γέννηση, που προϋπάρχει της βιολογικής, αλλά και η πρώτη σχέση μάνας – βρέφους τίθενται στο επίκεντρο αυτού του διηγήματος. Η «γλυκιά φωνή» της μάνας, έτσι, γίνεται η πρώτη μνήμη του ανθρώπου.
Στο δεύτερο διήγημα, με τίτλο ΑΤΜ, το οποίο κινείται στα όρια του ρεαλιστικού και του ονειρικού κόσμου, η συγγραφέας με αριστοτεχνικό τρόπο στρέφει το ενδιαφέρον του αναγνώστη στις οδυνηρές μνήμες και στο ρόλο που αυτές διαδραματίζουν στη διαμόρφωση της ταυτότητας του ατόμου, κατά την εφηβική ηλικία. Ο πρωταγωνιστής της ιστορίας, βιώνοντας μια «ασυνήθιστη» εμπειρία μπροστά από ένα αυτόματο μηχάνημα ανάληψης χρημάτων, ανασύρει στη μνήμη του όλες τις οδυνηρές καταστάσεις που τον οδήγησαν σε ένα φόνο και καθόρισαν την ταυτότητά του. «Ο σουγιάς ήταν η ταυτότητά του», μέχρι τη στιγμή που βλέπει στον λογαριασμό του ένα υπέρογκο ποσό, δώρο από μια άγνωστη. Το χρήμα, που γίνεται η νέα του ταυτότητα, τον οδηγεί σε απώλεια συνείδησης, στην απώλεια του ίδιου του εαυτού.
Η βιωματική μνήμη και οι προσληφθείσες πληροφορίες που ανακαλεί στη μνήμη του ένας έφηβος στην προσπάθειά του να μην ταυτιστεί με το πατρικό πρότυπο -ωστόσο καταφέρνει ακριβώς το αντίθετο– βρίσκεται στο επίκεντρο του τρίτου διηγήματος, με τον τίτλο Δεκάξι. Μέσω της πλούσιας εικονοποιίας, αλλά και με έναν εκπληκτικό εσωτερικό μονόλογο, η συγγραφέας καταφέρνει να αποδώσει όχι μόνο τα στοιχεία αυτά που διαφοροποιούν τις δυο γενεές, αλλά και να αναδείξει τα στοιχεία εκείνα που οδηγούν στην ειδωλοποίηση του προτύπου στα μάτια του έφηβου της ιστορίας.
Στο Κισμέτ, μέσα από τις επεισοδιακές καταγραφές στιγμών ενός έρωτα που ξεκίνησε ως φιλία, κατάληξε όμως σε αδιέξοδο και έσβησε άδοξα, προβάλλεται η αισθητηριακή μνήμη της ηρωίδας, ενώ στο διήγημα με τίτλο Λογική Ασυναισθησία, ο φόβος της απώλειας της μνήμης οδηγεί την ηρωίδα σε μια ονειρική, εφιαλτική κατάσταση η οποία εντείνει αυτόν τον φόβο. Η μνήμη εξισώνεται με τη ζωή και η απώλειά της ισούται με θάνατο.
Σε μη ρεαλιστικό πλαίσιο κινείται και η πλοκή του διηγήματος με τίτλο Ποδήλατο. Ένας άνδρας ακολουθεί την ηρωίδα στην νυχτερινή της περιπλάνηση. Το όνομά του είναι Ευτυχία, «η ευτυχία που ψάχνει[ς] και φοβά[τ]αι η ηρωίδα». Η στάση σε μια βιτρίνα καταστήματος την φέρνει αντιμέτωπη με τις παιδικές μνήμες και την ανεμελιά των δέκα της χρόνων. Μνήμη και ευτυχία ταυτίζονται και η ευχή της εκπληρώνεται.
Γύρω από τις παιδικές και εφηβικές μνήμες, στιγμιότυπα περασμένων εποχών του χαμένου εαυτού της ηρωίδας και ενός χαμένου έρωτα, δομείται και η πλοκή της ιστορίας της Σοφίας, της οποίας η ευτυχής κατάληξη αποδίδεται στη μοίρα.
Μια τυχαία συνάντηση και η γέννηση ενός έρωτα σε ένα Φανάρι, είναι ο κεντρικός άξονας του όγδοου διηγήματος της συλλογής. Οι μνήμες μιας μόνο στιγμής ταλανίζουν τους ήρωες της ιστορίας, τον Φώτη και την Άννα, οι οποίοι επεξεργάζονται όσες λεπτομέρειες πρόλαβαν να συλλέξουν κατά τη σύντομη συνάντησή τους. Ο ήρωας αδυνατεί να θυμηθεί το πρόσωπό της εστιάζοντας περισσότερο στο χρώμα του αδιάβροχου που φορά. Τελικά όταν αυτή δεν εμφανίζεται, μένει μόνο η στιγμή ως καταγεγραμμένη μνήμη σε μερικούς στίχους.
Στο τελευταίο διήγημα, η Φωτογραφία αποτελεί το στοιχείο επαναφοράς και διατήρησης στη μνήμη της ηρωίδας ευτυχισμένων αλλά και οδυνηρών στιγμών μέσα στη δίνη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι αναμνήσεις της ηρωίδας βέβαια προκαλούν τη συλλογική μνήμη και επαναφέρουν στη μνήμη του αναγνώστη μια από τις πιο τραγικές στιγμές της σύγχρονης ιστορίας, το πογκρόμ κατά των Εβραίων από τους Ναζί.
Η συγγραφέας, πάντως, μέσα από αυτές τις ιστορίες καταφέρνει να δημιουργήσει ζωντανούς χαρακτήρες που υπάρχουν μέσα από τις μνήμες του παρελθόντος τους ή στιγμών της ζωής τους και η δράση τους καθορίζεται από αυτές. Αυτό δημιουργεί ταύτιση με τον αναγνώστη, ο οποίος ανακαλύπτει στις μνήμες των ηρώων φέτες μνήμης της δική του ζωής.
Αυτή είναι και η γοητεία των διηγημάτων της συλλογής, τα οποία η Βιργινία Παπατρέχα δομεί με τρόπο τέτοιο που παραπέμπει σε μια ώριμη συγγραφέα, έτσι ώστε κανείς να μην σκέφτεται ότι πρόκειται για το λογοτεχνικό της πρωτόλειο. Ο χρόνος, η μοναξιά, ο έρωτας, εκπληρωμένος ή ανεκπλήρωτος, η γέννηση, ο θάνατος, η φυγή από την πραγματικότητα αποτελούν κάποια από τα θέματα που πραγματεύεται με κοινό άξονα τη λειτουργία της μνήμης. Η έκταση, το περιεχόμενο και η μορφή του κάθε διηγήματος λειτουργεί υποστηρικτικά προς την απόδοση αυτών των ιστοριών, εξαλείφοντας τα όρια μεταξύ ρεαλιστικού και μη ρεαλιστικού. Με γλώσσα που ρέει και χωρίς περίτεχνα εκφραστικά μέσα, κλιμακώνει το ενδιαφέρον του αναγνώστη που αναζητά τον εαυτό του μέσα στις σύντομες αυτές ιστορίες, ενώ ταυτόχρονα προκαλεί την συγκίνησή του και τον βάζει να στοχαστεί πάνω στις δικές του εμπειρίες.

Άρτεμις Φιλιππάκη
MSc in Creative Writing

