
ἐν βιβλίῳ
Ο Αδάμ και το μήλο - Αλέξανδρος Αδαμόπουλος│Εκδόσεις Οδός Πανός (κριτική)
Γνωρίζοντας την μέχρι τώρα πορεία τού Αλέξανδρου Αδαμόπουλου, και έχοντας αναλύσει πέρσι πολύ προσεκτικά, την σπαρακτική ειλικρίνεια με την οποία είχε γράψει το τελευταίο του, τότε, βιβλίο «Τα όχι τού ΝΑΙ» (εκδόσεις Οδός Πανός 2019) όπου μας μιλά για την πολύ βαθιά όσο και δύσκολη φιλία του με την Μαργαρίτα Καραπάνου, εισήλθα τώρα στον παράδεισο τού τωρινού, σπονδυλωτού, έργου του, «Ο Αδάμ και το μήλο» με ευλάβεια. Ούτε σαν φίδι, ούτε σαν Εύα, μα ούτε σαν Θεός: Μόνον σαν ένας ταξιδιώτης τής γραφής, περιπλανώμενος στη χώρα των σελίδων, έχοντας πάντα τις ίδιες εμμονές· να γυρεύω απ’ τη γραφή να καταγράφει αληθινά τις στιγμές και να δίνει ανάσα και μορφή σε ό,τι υπήρξε και φεύγει.
Όπως φαίνεται από την πρώτη κιόλας αράδα τού κειμένου, τα είκοσι τέσσερα σύντομα κεφάλαια τού μάλλον μικρού αυτού βιβλίου, καλύπτουν σχεδόν μισόν αιώνα δημιουργίας τού Αδαμόπουλου· πράγμα βέβαια που σε καμία περίπτωση, δεν μπορεί να υποψιαστεί ο αναγνώστης, όσο κι αν είναι διαφορετικά τα θέματα και ο τρόπος γραφής τού καθενός. Ξεδιπλώνουν όμως όλα, αμέσως, μπροστά στα μάτια μας, το υφαντό του γράψιμο: Με τις χρυσοκλωστές των συλλαβών, τα ράμματα και τις πληγές, τα θαύματα, τις πολύ προσεκτικά επιλεγμένες Λέξεις, τα απεγνωσμένα όνειρα και τις αδικαίωτες βαθιές επιθυμίες μιας ολόκληρης γενιάς. Και αφήνουν, μόνο με την αύρα τους και με την δίχως περιστροφές ωμή αμεσότητά τους, ένα άγγιγμα από μνήμες συλλογικές· ολονών μας: Συνειρμούς, πάθη, αδιέξοδες εμμονές. Μα και νάματα προσδοκίας, μιας εντέλει αισιόδοξης γραφής· παρ’ όλο τον απέραντο ζόφο στον οποίο δεν διστάζει να μάς βυθίζει κάποιες στιγμές.
Μέσα από τις σελίδες τού πολύτιμου αυτού βιβλίου, που χωρίς να μοιάζει με τίποτε διαβάζεται απνευστί -μα θα μπορούσε να είναι και αντικείμενο πολύ σοβαρής μελέτης- ιχνογραφούνται με τεράστια πυκνότητα αλλά και με αξιοζήλευτη λογοτεχνική μαστοριά, πράγματα υλικά και άυλα, φυσικά και μεταφυσικά, δημόσια και ιδιωτικά. Ενυπάρχουν πυκνά νοήματα και σχεδόν αδιόρατα υπονοούμενα, θύμησες, αλήθειες, πίκρες, ιστορία. Περνούν μπροστά στα μάτια μας, σαν μαγικό τρενάκι, ενδιαφέρουσες μορφές ανθρώπων, ιστορικές μορφές, πολύτιμες στιγμές, κρίσιμες καταστάσεις, άγνωστες λεπτομέρειες. Σελίδες θλίψης, χαράς, στεναγμών, λαχανιασμένες αναζητήσεις, πονεμένες ματαιώσεις, σκανταλιές, παιδικά γέλια. Όλη η ζωή περνά! Και μένει και η στυφή γεύση τού σήμερα, μ’ έναν ‘Κύκλο που δεν κλείνει’, με μιαν απογοήτευση στα χείλη των καιρών, που μας σκεπάζει όλους. Μα συνάμα -κι αυτό είναι το εξαιρετικά ενδιαφέρον- μένει και ένα βαθύ θετικό συναίσθημα τού ίδιου τού συγγραφέα· κατάδικό του, για ό,τι πιο υψηλό, όμορφο κι αληθινό, τον διακατέχει και που το μοιράζεται απλόχερα μ’ εμάς τους αναγνώστες: Ο Αδαμ(όπουλος) και το πνεύμα του, και το χιούμορ του και η αγωνία του, για την δημιουργία τού κόσμου του, στο συνταίριασμα ακόμη και των πιο μικρών λεπτομερειών· σε έναν Παράδεισο, όπου συμβιώνουν άνθρωποι, πατρίδα, έρωτες, σκέψεις, Άγιοι, ζώα, παιχνίδια, Αγάπες, παιδιά, χρόνος, Θεοί. Εύγλωττα ταξίδια· όχι τόσο προς τα έξω, μα εντός μας κυρίως: ‘Στον πάτο της Ύπαρξης’ όπως λέει ο ίδιος.
Δεν θέλω να πω κι άλλα· -που σίγουρα τ’ αξίζουν τα «μεγάλα, τα ελεύθερα, τα γενναία, τα δυνατά»- γιατί κάθε πρόταση, κάθε λέξη, μέσα στα διηγήματα αυτά, αν μπορώ να τα ορίσω έτσι, είναι αρχιτεκτονημένη αριστοτεχνικά, ώστε το κείμενο να στέκει μπροστά μας σαν μια ζωντανή φέτα ζωής, μια ολοκληρωμένη στάση ζωής των ηρώων· φανταστικών ή πραγματικών. Το κάθε διήγημα είναι κι ένα ξέφωτο! Μια στάση ζωής τού ίδιου τού συγγραφέα, εν τέλει· που μάχεται για το φως και την αλήθεια, στο μοναχικό ταξίδι των Λέξεων!
«Βιογραφία ενός ανθρώπου, είναι ό,τι γίνεται μέσα του» έχει ειπωθεί πολύ εύστοχα. Κι όταν τούτη η βιογραφία μεταγγίζεται, έτσι απλά και άμεσα κι ευχάριστα, στον αναγνώστη, τότε μετουσιώνεται σε αξία, σε όρθρο αυγινό, σε κοινωνία τού εσώτατου κόσμου της ψυχής: Γίνεται αληθινή ‘Ξαναρχή’…
Πόσο δίκιο είχε ο Stéphane Mallarmé όταν έγραψε πως «Ο κόσμος φτιάχτηκε για να κλειστεί σε ένα βιβλίο»... Το «Ο Αδάμ και το μήλο» όσο είναι ένα μικρό βιβλίο, άλλο τόσο είναι κι ένας ολόκληρος κόσμος!
©Τζένη Κουφοπούλου

